ηλεκτροπαραγωγός σταθμός — Εγκατάσταση που προορίζεται για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ύστερα από τον μετασχηματισμό άλλων μορφών ενέργειας που υπάρχουν στη φύση. Για να παραχθεί ηλεκτρική ενέργεια, πρέπει να περιστραφεί με ορισμένη ταχύτητα μια ηλεκτρική γεννήτρια που… … Dictionary of Greek
άξονας — Στη μηχανολογία, είναι όργανο που προορίζεται για τη μετάδοση κίνησης. Πιο συγκεκριμένα, ο περιστρεφόμενος ά. έχει προορισμό τη μετάδοση από το ένα άκρο του στο άλλο μιας ροπής στρέψης, που εφαρμόζεται σε ένα επίπεδο κάθετο στον ά. περιστροφής.… … Dictionary of Greek
αμπερόμετρο — Όργανο απευθείας ανάγνωσης, για τη μέτρηση της έντασης του ηλεκτρικού ρεύματος, βαθμονομημένο σε αμπέρ και υποπολλαπλάσια του αμπέρ. Για μετρήσεις μεγάλης ευαισθησίας χρησιμοποιούνται τα γαλβανόμετρα. Για να κατατάξουμε τα α. μπορούμε να… … Dictionary of Greek
παρανεύω — ΝΜΑ νεοελλ. (αμτβ.) γέρνω πότε στο ένα και πότε στο άλλο μέρος, εκτελώ παλινδρομική κίνηση, ταλαντεύομαι («παρανεύουσα ατμομηχανή» μηχανή χωρίς διωστήρα τής οποίας ο κύλινδρος κινείται ελεύθερα γύρω από δύο στροφείς οι οποίοι στηρίζονται σε… … Dictionary of Greek
ροπή — ενός ανύσματος (π.χ. μιας δύναμης, μιας ταχύτητας, μιας ώσης), ως προς ένα σημείο, είναι το γινόμενο του μεγέθους του ανύσματος επί την απόσταση της ευθείας εφαρμογής του από το ορισμένο σημείο. Ο ορισμός αυτός επεκτείνεται και στη ρ. ως προς… … Dictionary of Greek
στροφαίος — αία, ον, Α 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον στροφέα τής θύρας 2. (ως προσωνυμία τού Ερμού) αυτός που στέκεται ως θυρωρός στους στροφείς τής πόρτας, ο προστάτης τής θύρας 3. μτφ. (για πρόσ.) εύστροφος, πανούργος. [ΕΤΥΜΟΛ. < στροφή + κατάλ … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Γύρουλα (Νάξου) — Μέσα στον αρχαιολογικό χώρο στο Σαγκρί της Νάξου δημιουργήθηκε ένα μουσείο, με σκοπό να στεγάσει τα αρχιτεκτονικά μέλη των μνημείων που δεν εντάχθηκαν στην αναστήλωση, καθώς και τα ευρήματα που υποδεικνύουν την ιστορία του ιερού. Το μουσείο, που… … Dictionary of Greek
τρίπτυχο — Συγκρότημα 3 εικονογραφικών συνθέσεων, που συνδέονται μεταξύ τους με στροφείς, έτσι ώστε οι 2 ακραίες συνθέσεις να διπλώνονται πάνω στην κεντρική και να τη σκεπάζουν. Οι εικονογραφικές παραστάσεις επάνω στο τ. είναι συνήθως ζωγραφικές, μερικές δε … Dictionary of Greek